Της Ν. ΚΟΝΤΡΑΡΟΥ-ΡΑΣΣΙΑ
Οταν ο Κωνσταντίνος Παρθένης το 1917 ιστορούσε τον Θρήνο της Παναγιάς και την άκρατη θλίψη της σε τόνους μπλε και ύφος Σεζάν, κανείς δεν φανταζόταν πως ο σπουδαίος αυτός ζωγράφος θα άνοιγε πρώτος το διάλογο με τη βυζαντινή τέχνη.
Σε τόνους μπλε ο «Θρήνος» του Κ. Παρθένη, ελαιογραφία σε μουσαμά (1917)Εναν διάλογο που συνέχισαν ο Φώτης Κόντογλου και οι κορυφαίοι καλλιτέχνες της γενιάς του '30, Σπύρος Παπαλουκάς, Νίκος Εγγονόπουλος, Γιάννης Τσαρούχης, Πολύκλειτος Ρέγκος, Σπύρος Βασιλείου και Αγήνορας Αστεριάδης, φιλοτεχνώντας έργα που έχουν δεχθεί μυριάδες προσευχές και μοσχοβολούν λιβάνι.
Ολα αυτά τα έργα, τα επηρεασμένα από τη βυζαντινή τέχνη, που δεν την έχουν αντιγράψει, αλλά την έχουν αφομοιώσει κατά τρόπο δημιουργικό, όπως προέτρεπε ο δάσκαλος στην ΑΣΚΤ Παρθένης τους μαθητές του, έρχεται να φωτίσει μια μικρή περιοδική έκθεση που λειτουργεί εδώ και λίγες μέρες στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο με τίτλο: «Βυζάντιο και Νεότερη Τέχνη. Η πρόσληψη της βυζαντινής τέχνης στην ελληνική ζωγραφική του α'μισού του 20ού αιώνα» .
Πρόκειται ουσιαστικά για το φινάλε που ονειρευόταν ο διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου Δημήτρης Κωνστάντιος να έχει το δεύτερο μισό της μόνιμης έκθεσης του μουσείου. Ο ξαφνικός του θάνατος όμως και η ματαίωση των εγκαινίων της νέας πτέρυγάς του είχε ως συνέπεια να ανοίξει σιωπηρά αυτή η έκθεση. Την επιμελήθηκε η ιστορικός τέχνης Ιωάννα Αλεξανδρή, και την έστησε με τη σύγχρονη ματιά της και χρήση διάφανων πλέξιγκλας η αρχιτέκτονας Αυγή Τζάκου.
Αν η νέα πτέρυγα του μουσείου είχε ανοίξει, ο επισκέπτης θα είχε ήδη παρακολουθήσει τη μεταβυζαντινή τέχνη από τον 15ο αιώνα μέχρι τη θρησκευτική ζωγραφική στο νεοελληνικό κράτος. Και θα βρισκόταν, χάρη στη μικρή αυτή έκθεση, μπροστά σ' ακόμα ένα κεφάλαιο: στο κίνημα αναγνώρισης του βυζαντινού πολιτισμού ως κύριου συστατικού του ευρωπαϊκού.
Πατριάρχης σε αυτό, στα εικαστικά, μπορεί να θεωρηθεί ο Κωνσταντίνος Παρθένης (1878-1967), «γιατί στο έργο του συντελείται για πρώτη φορά η ενσυνείδητη αφομοίωση της βυζαντινής τέχνης», όπως λέει η Ιωάννα Αλεξανδρή. Ο κοσμοπολίτης ζωγράφος από την Αλεξάνδρεια, που μαθήτευσε στο πλευρό του συμβολιστή μυστικιστή ζωγράφου Καρλ Βίλελμ Ντίφενμπαχ στα τέλη του 19ου αιώνα στην Αυστρία, που έζησε και εργάστηκε στη Βιέννη και στο Παρίσι από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, υιοθέτησε βυζαντινούς τύπους σε έργα που ενσωματώνουν τα ευρωπαϊκά ρεύματα συμβολισμού και φοβισμού. Το διακρίνει κανείς στον «Θρήνο» της Παναγιάς, στην κατά Παρθένη «Αποκαθήλωση».
Ως καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών για δύο δεκαετίες (1929-1947) μπολιάζει τους μαθητές του με τα διδάγματα της βυζαντινής τέχνης «γιατί είναι η πιο κοντινή σε μας μορφή της ελληνικής τέχνης» και γιατί «είναι καθήκον, ιδιαίτερα για κάθε Ελληνα καλλιτέχνη, να υπακούσει στα κελεύσματά της και να πειθαρχήσει στις υποδείξεις της», όπως τον άκουγε να λέει στη δεκαετία του 1930 ο μαθητής του Ν. Εγγονόπουλος. *
Ενας Γολγοθάς στη γειτονιά της Ακρόπολης
Της Ν. ΚΟΝΤΡΑΡΟΥ-ΡΑΣΣΙΑ
Η τοιχογραφία τού Σπύρου Βασιλείου στον Αγ. Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη και του Νίκου Εγγονόπουλου στο Μανχάταν
Από την Αθήνα ώς το Μανχάταν της Νέας Υόρκης οι προσκυνητές του Θείου Δράματος κάνουν αυτές τις μέρες το σταυρό τους σε έργα του Σπύρου Βασιλείου και του Νίκου Εγγονόπουλου.
Γιατί στον μπαρμπα-Σπύρο ανατέθηκε το 1936 από τον Αναστάσιο Ορλάνδο η αγιογράφηση του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη και στον Νίκο Εγγονόπουλο πρότεινε ο Φώτης Κόντογλου το 1952 να ζωγραφίσει τα εικονίσματα του τέμπλου του ναού του Αγίου Σπυρίδωνα στο Μανχάταν, τη συνολική εικονογράφηση του οποίου είχε ο ίδιος αναλάβει.
Ετσι, αν προσέξει κανείς τον Εσταυρωμένο, που στέφει το τέμπλο στη νεοϋορκέζικη εκκλησιά πάνω από το Μυστικό Δείπνο, θα αναγνωρίσει το ζωγραφικό ιδίωμα του Εγγονόπουλου. Ο Χριστός έχει υπερφυσικό θώρακα, όπως όλες οι μορφές του σουρεαλιστή ποιητή και ζωγράφου. Αλλά και η Σταύρωση «Διά χειρός Σπύρου Βασιλείου Γαλαξειδιώτη του τάχα και ζωγράφου», όπως ο ίδιος υπογράφει την τοιχογραφία πάνω από την είσοδο του ναού στο Κολωνάκι, δεν είναι η συνήθως αναμενόμενη. Απεικονίζει τον Γολγοθά στην Αθήνα -θα μπορούσε να είναι στον λόφο του Λυκαβηττού- με τη Σταύρωση και το θείο δράμα να εκτυλίσσονται υπό το βλέμμα της Προμάχου Αθηνάς, που ορθώνεται πάνω στην Ακρόπολη.
Ο Τσαρούχης αντιγράφει Αποκαθήλωση από αιγινήτικο ξωκλήσι
Πλάι στα έργα του Παρθένη στην έκθεση βλέπεις και αυτά που φιλοτέχνησε και ένας πιστός μαθητής του: ο Γιάννης Τσαρούχης. Σε ένα σχέδιο με κάρβουνο, που εκτίθεται για πρώτη φορά, με θέμα την «Πλατυτέρα» ο Τσαρούχης σημειώνει πως είναι «μάθημα Παρθένη» (1933-1934).
Ο νεαρός ζωγράφος θα πει αργότερα ότι η διδασκαλία του Παρθένη ήταν «αυστηρή σαν σουηδική γυμναστική, μου επέτρεψε να πλησιάσω με άνεση τη λεγόμενη κλασική τέχνη (...) και με βοήθησε να καταλάβω την τέχνη της Αναγεννήσεως». «Αν ο Παρθένης εισήγαγε τη βυζαντινή τέχνη στον εικαστικό προβληματισμό, ο Κόντογλου (1895-1965) την εδραίωσε και δημιούργησε σχολή», μας λέει η κ. Αλεξανδρή. «Ο Τσαρούχης διδάσκεται και από τον Κόντογλου. Κάθεται στο πλάι του κι ακολουθεί τη μακραίωνη παράδοση του μαθητή-τεχνίτη του βυζαντινού εργαστηρίου, του "σιναφιού". Αναπτύσσεται μια ιδιαίτερα στενή σχέση μεταξύ τους. Εργάζονται από κοινού είτε στην αντιγραφή βυζαντινών εικόνων είτε σε παραγγελίες νεότερων έργων». Ο Τσαρούχης αντιγράφει μια εκπληκτική «Αποκαθήλωση» του 13ου αιώνα από το αντίγραφό της, που έχει προηγουμένως φιλοτεχνήσει ο Κόντογλου από τοιχογραφία της Ομορφης Εκκλησιάς της Αίγινας, το 1931. Είναι η εποχή που αρχίζουν οι σπουδασμένοι στην Ευρώπη Ελληνες ζωγράφοι τα ταξίδια στο Αγιον Ορος για μαθητεία στη βυζαντινή ζωγραφική και παραγωγή αντιγράφων. Είναι ο Κόντογλου, ο Παπαλουκάς, ο Ρέγκος που αντιλαμβάνονται το ευρωπαϊκό ενδιαφέρον για τη βυζαντινή τέχνη.
Ετσι, όταν το 1933 ο Πολύκλειτος Ρέγκος επιστρέφει από το Παρίσι, φορτώνεται το κασελάκι με τα πινέλα του στον ώμο κι ανηφορίζει στα αθωνικά μονοπάτια για να αποτυπώσει τη φύση και τα μνημεία. Τον επόμενο χρόνο τα έργα του αυτά συνιστούν την ατομική έκθεσή του στην γκαλερί του Ρέιμοντ Ντάνκαν, αδελφού της χορεύτριας Ισιδώρας Ντάνκαν, στο Παρίσι. Η μαθητεία τους αυτή αφήνει τα αποτυπώματά της και στην κοσμική ζωγραφική. Ο Αγήνωρ Αστεριάδης απεικονίζει την καταστροφή από τον σεισμό του 1954 σαν βυζαντινό τρίπτυχο. Εχει προηγηθεί ο Σπύρος Βασιλείου, που στα χρόνια της Κατοχής σκαλίζει σε ξύλο τα χαρακτικά της Αντίστασης, απεικονίζοντας τη Λευτεριά με τη μορφή Αρχαγγέλου με ρομφαία. Οσοι επισκεφθείτε την έκθεση, προσέξτε ένα μικρό χαρακτικό με την ταφή του Παλαμά. Πάνω στο φέρετρό του, όπως λέει και ο Αγγελος Σικελιανός στο σχετικό ποίημά του, ακουμπά η Ελλάδα με τη μορφή μιας γυναίκας (ή Παναγιάς) στα μαύρα χρόνια της Κατοχής.
info Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο (Βασ. Σοφίας 22): έκθεση «Βυζάντιο και Νεότερη Τέχνη. Η πρόσληψη της βυζαντινής τέχνης στην ελληνική ζωγραφική του α' μισού του 20ού αιώνα». Διάρκεια ώς το τέλος Ιουνίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου