Τρίτη, 26 Φεβρουαρίου 2013
Τά νεανικά μου χρόνια. Μητροπολίτου Κυροβογκράντ καί Νικολάεφ Νέστορος. Μέρος Β'
Τά νεανικά μου χρόνια
Ἀναμνήσεις ἀπό τήν Καμτσάτκα. Μέρος Β'
Ἀνεξίτηλη θά μείνει στή μνήμη μου ἡ συνάντηση , στά χρόνια ἐκεῖνα, μέ τόν πρωθιερέα π. Ἰωάννη Σέργιεφ, τόν πασίγνωστο π. Ἰωάννη τῆς Κροστάνδης2. Νά πῶς ἔγινε:
Τά καλοκαίρια, στίς διακοπές τῶν σπουδῶν μου, πήγαινα πάντα στό πατρικό μου σπίτι, στή Βιάτκα. Ἕνα τέτοιο καλοκαίρι ἦταν θλιβερά χρωματισμένο ἀπό τή σοβαρή ἀσθένεια τῆς μητέρας μου. Σύμφωνα μέ τή γνωμάτευση τῶν γιατρῶν, ὁ θάνατος ἦταν ἀναπόφευκτος.
-Ἐμεῖς κάναμε ὅ,τι μπορούσαμε. Τώρα τήν ἀφήνουμε στά χέρια τοῦ Θεοῦ..., εἶπε συγκινημένος ὁ γιατρός, καθώς μᾶς εἶδε νά θρηνοῦμε.
Ἡ ἀγαπημένη μας μητέρα ἔλιωνε μπροστά στά μάτια μας. Ἡ βαρειά νεφροπάθειά της τήν ὁδήγησε σέ κατάσταση κώματος. Δέν μποροῦσε πιά οὔτε νά κινηθεῖ οὔτε νά μιλήσει. Ὅλοι περιμέναμε τό μοιραῖο...
Κι ἐγώ.... ὤ, πόσο ὑπέφερα!: Δέν μποροῦσα νά πιστέψω ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα νά στερηθῶ τή λατρευτή μου μητέρα.
Ἀκριβῶς ἐκεῖνες τίς ἠμέρες κυκλοφόρησε στή Βιάτκα ἡ εἴδηση ὅτι ἔρχεται ὁ π. Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης. Εἶχα ἀκούσει τόσα πολλά γι’ αὐτόν τόν ἅγιο ἄνθρωπο, μέ τό θαυμαστό ποιμαντικό ἔργο καί τή θαυματουργική δύναμη τῆς προσευχῆς.
Σφηνώθηκε στό μυαλό μου ἡ σκέψη νά τόν συναντήσω, νά τόν παρακαλέσω νά προσευχηθεῖ γιά τή σωτηρία τῆς μητέρας μου.
Ὁλόκληρη ἡ Βιάτκα ἦταν ἀναστατωμένη περιμένοντας τόν π. Ἰωάννη. Ἀλλά καί ἀπό τά περίχωρα, τίς κοντινές κωμοπόλεις καί τά χωριά, κατέφθαναν συνεχῶς πλήθη ἀνθρώπων, γιά ν’ ἀντικρύσουν τήν ἁγία μορφή του. Ὅσο ἔβλεπα τήν κοσμοσυρροή, τόσο ἀπογοητευόμουν, γιατί δέν θά εἶχα τή δυνατότητα νά τόν πλησιάσω. Ἔπρεπε ὅμως νά βρῶ μιά λύση. Τί νά ἔκανα;.....
Ἔτρεξα στόν ἐπίσκοπο τῆς Βιάτκα Φιλάρετο καί ζήτησα τή βοήθειά του. Ἐκεῖνος συναισθάνθηκε τόν πόνο μου καί μοῦ πρότεινε νά μεταφέρω τή μητέρα μου στό ναό τοῦ μοναστηριοῦ, ὅπου θά πήγαινε κάποια στιγμή ὁ π. Ἰωάννης. Ὡστόσο ἐκείνη ἦταν τόσο ἀδύναμη, πού δέν μποροῦσε νά μετακινηθεῖ ἀπό τό κρεβάτι της. Καί τούτη ἡ προσπάθειά μου δέν ἀπέφερε καρπούς.
Μέ μαῦρες σκέψεις καί βαρειά καριδιά ἐπέστρεφα στό σπίτι, ὅταν μιά ἄλλη ξαφνική ἴδέα μέ γέμισε ἐλπίδες. Δέν ἦταν πολύς καιρός πού εἶχε ἔρθει στή πόλη μας ἔνας νέος ἀστυνομικός διιοκητής, ὁ Κ. Κορομπίτσιν, μέ φήμη καλοκάγαθου καί πιστοῦ ἀνθρώπου.
«Δέν ἀπευθύνομαι καί σ’ αὐτόν;» σκέφθηκα. «Στό κάτω-κάτω, τί ἔχω νά χάσω;» Καί κατευθύνθηκα μέ γρήγορα βήματα στό διοικητήριο τῆς ἀστυνομίας.
Ὁ Κορομπίτσιν μέ δέχθηκε μέ πολλή καλωσύνη. Ἄκουσε τό πρόβλημά μου μέ συμπάθεια καί προθυμοποιήθηκε νά μέ βοηθήσει. Ὁ π. Ἰωάννης μάλιστα, ὅπως μοῦ εἶπε, ἦταν συγχωριανός του, ἀπό τό Ἀργάγγελσκ. Μοῦ ἔδωσε μιά προσωπική κάρτα του... Πάνω στή κάρτα ἔγραψε μέ τό χέρι ἕνα σημείωμα γιά τούς ἀστυνομικούς, ὥστε νά μοῦ ἐπιτρέψουν τήν εἴσοδο ὁπουδήποτε θά πήγαινε ὁ π. Ἰωάννης. Τί εὐλογία Θεέ μου!
__________________________________________________________________________
2. Πρόκειται γιά τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κρονστάνδης. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης (ὁ Ἰβάν Ἴλιτς Σέργιεφ), γεννήθηκε στίς 19 Ὀκτωβρίου 1829 στό χωριό Σούρα τοῦ νομοῦ Ἀρχάγγελσκ τῆς βόρειας Ρωσίας, ἀπό γονεῖς φτωχούς καί ὀλιγράμματους, τόν Ἠλλια Μιχαήλοβιτς καί τή Θεόδώρα Βασίλιεβνα. Καί οἱ δύο ἦταν εὐσεβέστατοι, ὁ πατέρας μάλιστα ψάλτης τῆς ἐκκλησίας τοῦ χωριοῦ.
Τά παιδικά χρόνια τοῦ μικροῦ Ἰβάν κύλησαν μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί στήν ἀπόλαυση τῆς φύσεως. Τά χρόνια αὐτά ὅμως ἀντιμετώπισε ἕνα σοβαρό πρόβλημα. Δέν ἔπαιρνε εὔκολα τά γράμματα καί συναντοῦσε στό σχολειο ἀνυπέρβλητες δυσκολίες. Ἀδιάκοπα καί μέ καυτά δάκρυα προσευχόταν στόν Κύριο νά τόν λυπηθεῖ καί νά τοῦ φωτίσει τό νοῦ. Καί κάποιο βράδυ ἔγινε τό ἀπίστευτο θαῦμα:
Τήν ὥρα τῆς προσευχῆς ἔπεσε ἀπό τά μάτια του κάτι σάν παραπέτασμα. Ξεθόλωσε ὁ νοῦς του καί ἄρχισε νά κατανοεῖ ὅλα τά μαθήματα. Τή χρονιά ἐκείνη προβιβάστηκε μεταξύ τῶν πρώτων μαθητῶν. Τελείωσε ἀριστοῦχος τό Σεμινάριο καί κατόπιν φοίτησε στή Θεολογική Ἀκαδημία Πετρουπόλεως μέ κρατική ὑποτροφία.
Τελείωσε τίς θεολογικές σπουδές του τό 1855. Ὁ Θεός, μέ ἀποκαλυπτικό ὄνειρο, ὁδηγεῖ τά βήματά του στήν πόλη τῆς Κρονστάνδης, στό νησί Κότλινε τοῦ Φιννικοῦ κόλπου. Ἐκεῖ ἦταν ὁ ναύσταθμος τοῦ ρωσικοῦ πολεμικοῦ ναυτικοῦ ἀλλά καί, τό πιό ἀξιοσημείωτο, τόπος ἐξορίας κακοποιῶν στοιχείων καί κάθε κατηγορίας παραστρατημένων μικροαστῶν, πού ζοῦσαν κάτω ἀπό ἄθλιες ὑλικές καί πνευματικές συνθῆκες. Σ’ αὐτό τό χῶρο κάλεσε ὁ Θεός τόν ἅγιο Ἰωάννη νά ἐργαστεῖ ὡς ἐφημέριος τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα. Πρίν χειροτονηθεῖ, νυμφεύθηκε τήν Ἐλισάβετ Κωνσταντίνοβα, κόρη τοῦ ἐφημερίου τοῦ ναοῦ Κωνσταντίνου Νεσβίτσκυ. Οἱ δύο σύζυγοι συμφώνησαν νά ἀκολουθήσουν τόν παρθενικό βίο μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς τους.
Στίς 11 Νοεμβρίου τοῦ 1855 ἔγινε ἡ χειροτονία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου σέ διάκονο καί τήν ἑπομένη σέ πρεσβύτερο, στό ναό τῶν ἁγίων Πέτρου καί Παύλου τῆς Πετρουπόλεως. Κατόπιν τοποθετήθηκε ἐπίσημα ὡς ἐφημέριος στόν ἅγιο Ἀνδρέα τῆς Κρονστάνδης. Ἀπό τότε καί μέχρι τό θάνατό του ἀφιερώθηκε «ψυχῇ καί σώματι» στήν ὑπηρεσία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, πραγματοποιώντας ἕνα τεράστιο ἔργο –λατρευτικό, ποιμαντικό, κοινωνικό- ἐμπνευσμένο ἀπό τήν ἁγία Τράπεζα καί στεφανωμένο μέ πλῆθος θαυμάτων.
Σάν ἐξομολόγος ἦταν ἀνεπανάληπτος. Τό 1890 τοῦ ζητοῦσαν ἐξολογόσηση 150 ὡς 300 ἄτομα τήν ἡμέρα, ἀριθμός πού ἔφτανε τίς 6.000 τή μεγάλη Σαρακοστή! Τελικά οἱ ἐκκλησιαστικές ἀρχές τοῦ ἐπέτρεψαν, σάν μιά ἐξαιρετική περίπτωση, τήν κοινή, μαζική ἐξομολόγηση.
Μερικές φορές ἦταν ἀρκετό ἕνα του βλέμμα ἤ μιά του λέξη γιά νά μεταβάλει καί νά θεραπεύσει κάποια ταραγμένη ψυχή.
Ἀπ’ ὅλη τή Ρωσία καί τό ἐξωτερικό κατέφθαναν καθημερινά ἑκατοντάδες ἐπιστολῶν μέ γραπτή τήν ἐξομολογήση τῶν χριστιανῶν καί μέ ποικίλα αἰτήματα γιά συμβουλές, τήν προσευχή ἤ τή θεραπευτική ἐπέμβαση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου. Σέ πολλές ἀπ’ αὐτές τίς ἐπιστολές ἀπαντοῦσε χωρίς κἄν νά τίς ἀνοίξει! Συγχρόνως ἔφταναν ἀπό παντοῦ ἄφθονα χρήματα, τά ὁποῖα ὅμως δέν ἔμεναν καθόλου στά χέρια του. Τά μοίραζε ἀμέσως στούς ἀγαπημένους του φτωχούς ἤ τά χρησιμποιοῦσε γιά ἕνα συστηματικό κοινωνικό ἔργο, πού ὁραμτίστηκε καί πραγματοποίησε.
Τό φαινόμενο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου εἶναι μοναδικό στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία τῶν τελευταίων αἰώνων. Ἡ ἀσύλληπτη σέ ἔκταση καί κόπο πρακτική του δραστηριότητα δέν τόν ἐμπόδιζε νά διατηρεῖ τή βαθειά καί ἀδιάλειπτη κατάσταση τῆς προσευχῆς καί τῆς πνευματικῆς θεωρίας.
Στίς 20 Δεκεμβρίου τοῦ 1908, μετά ἀπό μισόν αἰώνα ἐκπληκτικῆς σέ ἔκταση καί καρποφορία ἀποστολικῆς ἐργασίας, ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ, ἀφοῦ ὑπέμεινε καρτερικά γιά τρία χρόνια ὀδυνηρή ἀσθένεια.
Ἡ ἐπίσημη διακήρυξη τῆς ἁγιότητός του ἔγινε στίς 8 Ἰουνίου 1990.
Μητροπολίτου Κυροβογκράντ καί Νικολάεφ Νέστορος
Ἀναμνήσεις ἀπό τήν Καμτσάτκα
Ἀπόδοση ἀπό τά ρωσικά
Ἔκδοση Τρίτη
Ἱερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπός Ἀττικῆς 2001
σελ.27-37
Ἐπιμέλεια κειμένου και πηγή στο Διαδίκτυο Ἀναβάσεις
Διαβάστε τά ὑπόλοιπα πατώντας Ἀναμνήσεις ἀπό τήν Καμτσάτκα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου